Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Λευτεριά στον Ντομινίκ!

Μες στη χώρα του Καν καν / αθωώθηκε ο Στρος Καν

τελικά ... ήταν πλεκτάν' / ήταν μούφα το φουστάν '

γιατί οι σκύλοι οι Αμερικάν' / τα πετρέλαια κρατάν

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Στην υγεία του Ντομινίκ...

Με τον τρόπο του Ζαμπέτα, μια ωδή στον φίλο πολιτικό κρατούμενο Ντομινίκ, από την Ελλάδα της κατοχής. Είμαι σίγουρος πως ο Ρασούλης χαμογελά κάτω απ τα ασπρισμένα μουστάκια του...

Σύνθεση, Στίχοι, Τραγούδι, Μπουζούκι: Γρηγόρης Σπηλιόπουλος
"Μπουζούκια" (τετράχορδες κιθάρες) Στάθης και Διονύσης Σπηλιόπουλος 

Μπαγλαμάς: Αιμίλιος Σπηλιόπουλος



Μες τη χώρα του καν-καν / εμεγάλωσ' ο Στρος Καν
με γυναίκες καν και καν / πέρναγε μερακλαντάν
μα οι σκύλοι οι Αμερικάν' / δεν γουστάραν τον Στρος Καν.

(Φίλε παρατήρησε σαγιονάρα τέσσερα - ένα.... δικός μας είναι)

Κυριακή 24 Απριλίου 2011

Χριστός Ανέστη!


Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Χωρίς λόγια...

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

25η Μαρτίου 1821

Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Ο Μανώλης Ρασούλης

Δεν θέλω να πω πολλά για τον Μανώλη Ρασούλη. Ας είναι αιωνία η μνήμη του. Και θα είναι.

Διάβασα πολλά "στις ειδήσεις" και κάποια με αηδίασαν. Με αηδίασε για ακόμα μιά φορά η τσατσά του συστήματος, ο ΔΟΛ, όπου έσπευσε πρίν ακόμα καλά - καλά τελειώσει η νεκρώσιμος ακολουθία, να κυκλοφορήσει τα τραγούδια του Ρασούλη σε σιντί. Αίσχος κερατάδες. Ο Ρασούλης ούτε θα σκουπιζόταν με την φυλλάδα σας.

Με αηδίασαν και οι ελάχιστοι αγνώμονες που κάνουν τάχα πως δεν γνωρίζουν ποιός ήταν ο Ρασούλης. Μα και ακόμα να μην γνωρίζεις, η είδηση του θανάτου ενός κάποιου που τον κλαίνε γνωστοί και φίλοι, πρέπει να σε συγκινεί.

Ο Μανώλης Ρασούλης ήταν ένας εμπνευσμένος άνθρωπος. Δεν μπορούσες να συμφωνήσεις ή να διαφώνησες μαζί του, όπως δεν μπορείς να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις με ένα τοπίο. Ή με τον ήχο του νερού στον ποταμό. Κουβαλούσε μαζί του ένα κόσμο, ένα κόσμο ακραιφνώς Ελληνικό στην βάση του και στην ολότητά του. Ήταν ένας άνθρωπος με συνείδηση. Ένας ωραίος Έλληνας. Τα έβαλε με τους δήθεν, τους ντεμέκ, κυρίως αυτούς που μεταλλάχθηκαν σε τέτοιους. Είχε το θάρρος της γνώμης του.

Είχα την τύχη και την χαρά να τον γνωρίσω. Να λέμε δύο - τρείς κουβέντες που και πού, να πίνουμε ένα ποτήρι κρασί μαζί όποτε το έφερνε η στιγμή. Η φωτογραφία είναι από  μιά τέτοια δικιά μας στιγμή. Ο Μανώλης με ένα κρίκετ για τρείς. Στο Άμστερνταμ, Σεπτέμβριος 2004. Αντίο Μανώλη. Ποτέ δέν θα ήθελα να στο πω τόσο νωρίς. Και μου είναι δύσκολο.

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011

Κωλοφωτιά ή τροχιοδεικτικό;

Δεν νομίζω να υπάρχουν πολλοί που να διαφωνούν με το ότι ο Γιανναράς έχει χάρισμα στην περιγραφή, ιδίως αν αυτή αναφέρεται σε ζοφερές καταστάσεις -όπως π.χ. η σημερινή, στην οποία ζούν οι νεο-έλληνες στην νεο-ελλάδα. Έξ οὗ και οι φιλοφρονήσεις τύπου: "Πόσο καλά τα λές δάσκαλε!, Εύγε!, Προσκυνώ σε αφέντη του πνεύματος κ.α.". Και ασφαλώς, λεκτικά ευφυολογήματα όπως το "θνησιγενές νεόπλασμα" για να προσδιοριστεί το κόμμα της κας Μπακογιάννη (ή πως αλλιώς επιθυμεί λέγεται η εν λόγω κυρία) δικαιολογούν τέτοιου είδους φιλοφρονήσεις.

Όμως αυτό (η περιγραφή δηλαδή) δεν αρκεί. Εμένα προσωπικά δεν μου αρκεί. Και έχω βάσιμο λόγο να πιστεύω πως δέν είμαι ο μόνος.

Αυτό που θα ήθελα απ' τον Γιανναρά -αν μπορώ να το πώ- είναι να τολμήσει και να αλλάξει τον τρόπο προσέγγισης που ο ίδιος έχει στα πράγματα. Ας πούμε στα πολιτικά πράγματα. Να επιβραβεύσει δηλαδή, αυτό που ο ίδιος θεωρεί σωστό. Ας πάψει να λέει, να γράφει, τί είναι λάθος και ας μας πεί, ας αρχίσει να μας λέει τί είναι σωστό -κατά την άποψή του. Αυτό νομίζω πως θα ήταν μιά αλλαγή. Θα γινόταν ο ίδιος ένα μέρος της αλλαγής που θα ήθελε να δεί στην Ελλάδα.

Το να συζητάμε ατέρμονα το τί είναι λάθος, φρονώ πως δεν μπορεί να μας πάει μακρυά, ούτε θα μας βοηθήσει να λύσουμε τα προβλήματά μας. Και δέν είναι παράξενο, αν πει κανείς πως σε μία τέτοια περίπτωση θα ανακράζαμε "Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους!"

Πολλοί ζητάνε να μας πεί ο Γιανναράς το τί να κάνουμε για να διορθώσουμε τα πράγματα. Όμως, Όχι. Να μήν μας πεί αυτό. Να μην μας πεί τί να κάνουμε, αλλά να μας πεί ποιό από αυτά που έγιναν, καλώς έγινε. Ή, ποιά πρόταση για την επίλυση ενός προβλήματος θεωρεί πως είναι η σωστότερη. Αυτό θα βοηθούσε. Θα φώτιζε καταστάσεις και πράγματα. Από απλή πυγολαμπίδα, κωλοφωτιά, ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες, θα γινόταν ένα τροχιοδεικτικό μέσα στο βαθύ σκοτάδι που ζούμε.

Οι προτάσεις που έχει κατά καιρούς κάνει είναι προϊόντα ανταπόκρισης σε παροτρύνσεις που του έχουν γίνει στο να πεί, να προτείνει κάτι, μιας και ο ίδιος -ίσως θεωρεί- πως ώς "πνευματικός άνδρας" θα πρέπει να έχει μιά κάποια λύση-πρόταση. Οι προτάσεις αυτές όμως, το μόνο που κάνουν είναι να δείχνουν το μέγεθος της δυστοκίας που έχει στο να γεννά πρακτικές, ρεαλιστικές λύσεις.

Όμως τον Γιανναρά δεν θα πρέπει να τον απασχολεί αυτό. Θα έπρεπε να τον απασχολεί η αδυναμία που έχει στο να συντάξει πρόταση επιβράβευσης, για κάτι που πολιτικά έγινε, ή  πολιτικά προτάθηκε και κατά την γνώμη του ήταν σωστό.

Αν τολμούσε ο Γιανναράς να το κάνει αυτό, θα διέρχετο από επώδυνο προσωπικό πολιτικό βάσανο, και σίγουρα θα ήταν έκπληξη -και μάλλον όχι ευχάριστη- για την ελίτ που μου κάνει την τιμή να καταθέτω το σχόλιό μου εδώ*. Μιά τέτοια "στροφή", δέν ξέρω πόσο καλά θα μπορούσε να την πάρει ο Γιανναράς μέσα στα στενά δρομάκια της "Καθημερινής". Οι "εκτελεστικοί ή οι μή εκτελεστικοί αστυφύλακες" της "Καθημερινής" διοίκησης της εφημερίδας, πολύ φοβάμαι πως θα ζητούσαν εξηγήσεις για την "ανάρμοστη" για τους δρόμους της εφημερίδας, συμπεριφορά.

Μέχρι τώρα, η διδασκαλία των επιφυλλίδων του Γιανναρά είναι δυστυχώς περιχαρακωμένη στο "τί είναι λάθος". Μια τέτοια διδασκαλία όμως είναι κουτσή και ώς τέτοια διαγράφει ένα κύκλο και επανέρχεται στο ίδιο σημείο.

Κ.Ζ.

*Το κείμενο αυτό είναι ένα σχόλιο που έκανα για το  Κυριακάτικο άρθρο του Χ. Γιανναρά στην "Καθημερινή"

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Πότε θα τελειώσουν οι εκπτώσεις;

  Του Γιάννη Καλαμίτση
ΕΙΝΑΙ 20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ, Κυριακή του Ασώτου, και νιώθω βαθιά πικραμένος. Κι όταν νιώθω έτσι, σοβαρεύω άσχημα. Κάποτε, πιο παλιά, στις 20 Φεβρουαρίου τελείωναν οι χειμερινές εκπτώσεις… Τώρα τελειώνουν στις 28 του μήνα. Μιλάμε για τις εκπτώσεις στα εμπορεύματα… Επειδή υπάρχουν και κάποιες εκπτώσεις που δεν δείχνουν να τελειώνουν ποτέ. Είναι οι εκπτώσεις στην ποιότητά της ζωής μας… Εκπτώσεις στις αξίες της…

Στα ήθη και στα έθιμα… Στον σεβασμό προς τον συνάνθρωπο… Στην αξιοπρέπεια. Στην προσωπική τιμή. Στην ακεραιότητα των χαρακτήρων. Στο φιλότιμο. Σε όλα!

Δεν ξέρω αν και πότε αυτές οι εκπτώσεις θα τελειώσουν, αλλά μπορώ να προσδιορίσω, στο περίπου, το πότε άρχισαν. Μπορώ να θυμηθώ πότε λέχθηκε η περίφημη πλέον φράση: «Είπαμε να κάνει στον εαυτό του ένα δωράκι, αλλά όχι και πεντακόσια εκατομμύρια!» Αυτή η φράση, ειπωμένη από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Ανδρέα Παπανδρέου, λίγους μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, λειτούργησε ως η πιστολιά του αφέτη στους δρόμους ταχύτητας. «Μπαμ» ηκούσθη στον αέρα και οι Έλληνες ξεχύθηκαν στον δρόμο της θεμιτής πλέον διαφθοράς. Θεμιτή η διαφθορά, αθέμιτη η υπερβολή! «Όχι και πεντακόσια εκατομμύρια, ρε κύριε Τζίμη»!

Διαβάζω τρεις από τις πολλές, όμοιες, ειδήσεις μιας μόνο ημέρας:

-Παράτυπες εντολές πληρωμής για άτομα με ειδικές ανάγκες έδινε υπάλληλος της διεύθυνσης Οικονομικών της Περιφέρειας Αττικής, ο οποίος κατά το χρονικό διάστημα 2002-2010 είχε δώσει σε συγγενή του εντολές για πληρωμές ΑΜΕΑ ύψους 700.000 ευρώ.

-Ένα εκατομμύριο ευρώ έχουν κάνει «φτερά» από το ταμείο του πρώην Δήμου Νεαπόλεως, ταυτόχρονα με την εξαφάνιση της υπαλλήλου που διαχειριζόταν τα συγκεκριμένα ποσά.

-Δικογραφία σε βάρος 53 ατόμων, τα οποία κατηγορούνται για την ανανέωση αδειών οδήγησης με πλαστά δικαιολογητικά, σχηματίσθηκε από την ΕΛ.ΑΣ.

Για να πετύχεις στη διαφθορά, πρέπει να κάνεις μεγάλες και συνεχείς εκπτώσεις στην εντιμότητά σου και σε ό,τι άλλο συνιστά τον σωστό άνθρωπο-πολίτη. Κι είναι ατελείωτες εκπτώσεις!

Πρώτοι στη διαφθορά οι Έλληνες - λένε οι στατιστικές. Κάποιος έχει πει πως οι λαοί έχουν τις κυβερνήσεις που τους αξίζουν. Σωστό κι αυτό! Σωστότερο, όμως, είναι το ότι οι κυβερνήσεις έχουν τους πολίτες που αυτές δημιούργησαν.

Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011

ΣΚΑΪ Ακούς;

«Την Ελλάδα θέλωμεν
Και ας τρώγωμεν πέτρες
Και ας οδεύομεν στις αγχόνες
Και ας καιόμαστεν ζωντανοί σαν λαμπάδες
Εμείς, την Ελλάδα θέλωμεν»


13 Φεβρουαρίου 2011

Ομιλία του καθηγητή Χρίστου Γούδη σε εκδήλωση του Συλλόγου Εθνικής Μνήμης και Χρέους
«ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΓΡΙΒΑΣ-ΔΙΓΕΝΗΣ»

Toν Σεπτέμβρη του 1958 στη μάχη στο Λιόπετρι στη Μεγαλόννησο, τέσσερις Κύπριοι μαχητές της ΕΟΚΑ, μετά από προδοσία, παγιδεύτηκαν από τις δυνάμεις κατοχής σ’ έναν αχυρώνα. Ήταν ο Ανδρέας Κάρυος, ο Φώτης Πίττας, ο Χρίστος Σαμάρας και ο Ηλίας Παπακυριακού. Και καθώς τα παλληκάρια πολεμούσαν, ένα ελικόπτερο άρχισε να καταβρέχει τον αχυρώνα με βενζίνη, λίγο πριν τα πυρπολήσει ο πολιτισμός της Μεγάλης Βρετανίας. Και μόλις οι πρώτες φλόγες αναπήδησαν προμηνύοντας το επερχόμενο ολοκαύτωμα, η μάνα του Κάρυου με φωνή αλύγιστης Σπαρτιάτισσας φώναξε:

«Δύναμιν γιε μου, δύναμιν. Να πεθάνεις λεβέντης!».

Αυτά δεν έγιναν τότε στις Θερμοπύλες, αυτά έγιναν τώρα στις μέρες μας και μας χαράξανε βαθειά. Όπως βαθειά μας χάραξε ολόκληρος ο Κυπριακός αγώνας της ΕΟΚΑ για την ένωση της Μεγαλοννήσου με την μητέρα Ελλάδα. Και πάνω απ΄όλα ο αρχηγός τους, ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας, ο θρυλικός Διγενής.

Την μέρα που πέθανε βρισκόμουν στην Αγγλία όπου παρακολούθησα μια τηλεοπτική συνέντευξη του BBC με τον, γηραιό τότε αντίπαλό του, τον Στρατάρχη Χάρντινγκ. Ο Άγγλος στρατιωτικός, ακριβοδίκαιος στις κρίσεις του, όχι μόνο έπλεξε το εγκώμιο του ομότεχνού του «εν όπλοις», αλλά χαρακτήρισε τον ηρωϊκό Διγενή ως τον ευφυέστερο και ικανότερο ηγέτη ανταρτοπολέμου του 20ου αιώνα! Δεν ήταν φυσικά τυχαίο, γιατί ο Γρίβας είχε πολλούς δασκάλους. Κάποιους απ΄αυτούς τους αναφέρω πρόσφατα σε επιστολή μου προς τον Ιμπραήμ, τον κάθε σύγχρονο Ιμπραήμ και τους ομοίους του, με την οποία τους καλωσορίζω στην Ελλάδα λέγοντας:

«Εμείς οι καθημαγμένοι, διεφθαρμένοι, και χειμαζόμενοι Έλληνες σάς περιμένουμε κι εσάς και τα βαλκανικά σας απόβλητα που μολύνουν τα ποτάμια της Μακεδονίας μας. Στείλτε μας πάλι τον Χουρσίτ, τον Καπουδάν πασά, τον Δράμαλη, και να μας ξαναέλθετε κι εσείς, ο Ιμπραήμ, αυτοπροσώπως. Ος γκελντίν. Θα σας καλωσορίσουμε όλους.

Σας περιμένουν, πιστοί υπήκοοι της μεγαλοσύνης σας, ο Γεωργάκης Ολύμπιος στην Μακεδονία, ο Μάρκος Μπότσαρης στην Ήπειρο, ο Δυσσέας κι ο Καραϊσκάκης στην Θεσσαλία και την Ρούμελη, ο Κανάρης κι ο Μιαούλης στο Αρχιπέλαγος, οι Μαυρομιχαλαίοι κι ο Παπαφλέσσας στον Μωρηά. Όσο για τους Νενέκους σας στην Ελλάδα, μην ανησυχείτε διόλου. Θα τους βρείτε κρεμασμένους στα δέντρα. Ο Κολοκοτρώνης θα φροντίσει γι’ αυτούς».

Για να προσθέσω σήμερα πως αν τύχει και του ξεφύγει κανείς θα τον αναλάβουν οι συνεχιστές του. Ο Μιχαλάκης Καραολής, ο Ανδρέας Δημητρίου, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, εκείνος που «πήρε την ανηφοριά, πήρε τα μονοπάτια, να βρεί τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά», ο Μάρκος Δράκος, διαλεχτός ανάμεσα στους διαλεχτούς, ο Κυριάκος Μάτσης, ο «σταυραητός του Πενταδάκτυλου», εκείνος ο Μάτσης που, όταν ο «σιδηρούς στρατάρχης» Χάρντινγκ του πρόσφερε στη φυλακή μισό εκατομμύριο κυπριακές λίρες (πενήντα εκατομμύρια δραχμές σε νόμισμα του 1990) για να αποκαλύψει το κρυσφήγετο του Διγενή, του απήντησε: «ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής», εκείνος ο Μάτσης που έπεσε ηρωϊκά στα 32 του χρόνια, κομματιασμένος από τις βρετανικές χειροβομβίδες, καθώς αναφωνούσε σ’ αυτούς που τον καλούσαν να βγεί έξω από τον κρυψώνα και να παραδοθεί : «αν βγω, θα βγω πυροβολώντας». Κι αν κάποιος ξεφύγει και απ΄ αυτούς θα τον φροντίσει ο Διγενής, όπως φρόντισε όλους εκείνους στο Θησείο και στην Κύπρο. Τ΄ακούς Ουρανέ, ή πρέπει για να καταλάβεις να σου μιλήσουμε εγγλέζικα; Εντάξει λοιπόν, Σκάϊ μας ακούς; Κανείς τους δεν είναι νεκρός. Γιατί η Ελλάδα ποτέ δεν παραδέχεται πως οι γενναίοι πεθαίνουν. Ζει ο Λεωνίδας, ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος, ζει ο Διγενής και καλεί και πάλι τους αγωνιστές του σε προσκλητήριο ηρώων, αρχίζοντας από τον πρώτο του Κυπριακού Αγώνα:

Αυξεντίου Γρηγόριος
Ζήδρος
Κύπριος καπετάνιος της ΕΟΚΑ
Αητός δικέφαλος του Μαχαιρά

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Γράμμα στην Simone


Simone, είναι αξιόλογη η προσπάθεια που κάνεις και συνέχισε.

Εγώ δεν έζησα την πτώση της χούντας στην Ελλάδα. Γεννιόμουν εκείνη την εποχή. Κάποτε είχα την υποψία, μα εδώ και χρόνια έχω την βεβαιότητα αλλά και κάθε απόδειξη -το διαπιστώνω κάθε φορά που επισκέπτομαι την Ελλάδα- πως μεγάλωσα και έζησα σε μια ύπουλη χούντα, πολύ πιο θανατηφόρα, πιο άδικη, πιο απάνθρωπη απ' όλες τις χούντες που μπορεί να γνώρισε η Ελλάδα. Είναι η χούντα της μεταχουντικής Ελλάδας: Ένα αφόρητο διαρκές ψέμα. Η πολλά υποσχόμενη "αλλαγή" δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ενσάρκωση ενός αισχρού αμοραλισμού. Η οικονομική ευρωστία που φάνηκε στα πρώτα χρόνια του 80 ήταν μια φενάκη που κάλυπτε το άρρωστο, αδηφάγο μυαλό των αμοραλιστών πολιτικών της εποχής. Η "πρόοδος" δεν ήταν παρά η απαξίωση, η ύβρις, κάθε ιερού θεσμού. Η κατάλυση κάθε έννομης πράξης, η προσβολή της αξιοπρέπειας,  φιγουράρει επί τριακονταπενταετία ως ελευθερία της έκφρασης. Κάθε μορφή αξιολόγησης καταργήθηκε ως χουντικό κατάλοιπο. Η Ελληνική παιδεία "μεταρρυθμίστηκε". Στην ουσία ξερίζωσαν κάθε τι το Ελληνικό από μέσα της και την μπούκωσαν με κάθε είδους ανοησία. Αντικαταστάθηκε το πνεύμα των γραμμάτων από μια ξερή, άπεπτη για το μυαλό του μαθητή, μονότονη, παροχή πληροφοριών. Η διδασκαλία έγινε ένα κέλευσμα προς κατανάλωση γνώσεων. Το Πανεπιστήμιο έγινε νεκροταφείο της ελεύθερης έκφρασης, με τα φαντάσματα των φοιτητικών κομματικών οργανώσεων να φιγουράρουν σε κάθε είσοδο ιδρύματος και να απειλούν κάθε ζωντανή ψυχή. Η Εκκλησία διακωμωδήθηκε, χλευάστηκε... οι εργασίες της αποκόλλησης της απ' το υπόλοιπο σώμα του Ελληνισμού είναι δρομολογημένες. Μένουν κάποιες υπογραφές.

Ο παραπάνω κατάλογος είναι μακρύς αγαπητή Simone, και όλα αυτά που ανέφερα δεν είναι παρά μόνο κάποιοι τίτλοι απ' το τέλος μιας Ελληνικότητας που σήμερα νοσεί βαριά. Πολύ βαριά. Είναι αυτό που κατάλαβαν τα τελευταία χρόνια -σε προχωρημένη ηλικία πολλοί από αυτούς- αξιόλογοι αριστεροί μα απόβλητοι τώρα πια απ' το σύγχρονο αριστερό φρικιό (που ενδεχομένως και οι ίδιοι να έφτιαξαν): Πως το μεγαλύτερο κακό της χούντας ήταν αυτό το ανείπωτο πανηγύρι που στήθηκε στο όνομα της μεταπολίτευσης. Το ξέσκισμα του Ελληνισμού από τα μεταπολιτευτικά όρνια. Αυτό που η επί τριάντα-πέντε χρόνια τσατσά της δεξιάς, η ΝΔ, δεν κατάφερε ποτέ να ψελλίσει. Ούτε ακόμα και σήμερα. Μην και κακολογήσει τα αριστερά αγόρια που την περιποιούνται.

Είμαι γέννημα θρέμμα μιας γενιάς που υποχρεώθηκε στο να "γιορτάζει το Πολυτεχνείο" χωρίς ποτέ κανείς, να της εξηγήσει ουσιαστικά τί ήταν το "Πολυτεχνείο". Τί ακριβώς γιορτάζουμε. Ασφαλώς όμως, μια τέτοια εξήγηση θα σήμαινε και την κατάργηση της "γιορτής" έτσι όπως η μεταχουντική καμαρίλα της πολιτικής, της δημοσιογραφίας και της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης την ήθελε. Αν γινόταν έτσι, ο "επαναστάτης του πολυτεχνείου" δεν θα μπορούσε να εξαργυρώσει τον "αντιχουντικό αγώνα του".  Στην προσπάθειά του να αποκηρύξει ο "εθνάρχης" την "επταετία" κατάφερε και έβαλε τα δυνατότερα θεμέλια για την μετέπειτα Βαβέλ που ακολούθησε και που ο αμερικανοτραφής εργολάβος του σοσιαλισμού ολοκλήρωσε με απαράμιλλη μαεστρία. Δεν ξέρω τι θα άλλαζε, μα σίγουρα οι μη δυνάμενοι να αναπνεύσουν άλλο αριστερό ντουμάνι, δεν θα έφταναν στο συμπέρασμα που έφτασαν, ούτε η Ελλάδα σε κάποιο "απεχθές μνημόνιο". Τουλάχιστο, ελπίζω πως θα λειτουργούσε στοιχειωδώς το κράτος.

Μα το ποιο τραγικό, είναι που σήμερα κάθε σπασμωδική κίνηση που κάνουν κόμματα ή ομάδες πολιτών, για να βρεί αυτό το αθάνατο κουφάρι -έστω στοιχειωδώς- ένα αξιοπρεπή βηματισμό, μια κάποια δύναμη να σταθεί στα πόδια του, λοιδορείται, μαρκάρεται -αν πρόκειται για κόμμα- ως ψηφοθηρική κίνηση αετονύχηδων ή με άλλη ταμπέλα που φέρει εξίσου ευφάνταστο λεκτικό προσδιορισμό, χωρίς ποτέ -μα ποτέ- να γίνει καμία ουσιαστική κριτική για αυτήν την πολιτική κίνηση. Ένα θέμα ταμπού. Όπου όποιος τολμίσει να το αγγίξει θα έχει λερώσει τα χέρια του δια παντώς -όχι πια με το χρώμα του ακροδεξιού- αλλά τώρα με το καινούριο χρώμα του "αετονύχη της ψηφοθηρίας". Άν ωστόσο πρόκειται για κίνηση πολιτών, για μιά μικρή "σπίθα" ας πούμε, αυτή χαρακτηρίζεται ως παρωχημένη ενέργεια ξεκούτηδων γερόντων ή μισαλλόδοξων φασιστοειδών. Βεβαίως Simone, δεν θα μπορούσε να λείψει -ακόμα και αυτήν την ύστατη στιγμή- η χαρακτηριστική εμφύλια διαμάχη μεταξύ αυτών που αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα του να ξυπνήσει η Ελλάδα απ' το κώμα. Βολές εξαπολύονται  από αριστερές αυθεντίες του πατριωτισμού, απαξιώνοντας οποιαδήποτε κουβέντα με την "άλλη" πλευρά ή στην καλύτερη περίπτωση κατηγορώντας την για ευκαιριακή ψηφοθηρία και ιδιοτέλεια.  Η δέ άλλη πλευρά, είτε με ανήκουστες παραφωνίες ως προς αυτά που πρεσβεύει, είτε με  την  αδυναμία της να αναδείξει αυτό που πραγματικά επιθυμεί, δικαιολογεί -πολλές φορές- τις αποδιδόμενες σε αυτήν κατηγορίες. Έτσι Simone, το ξεπάστρεμα του ήδη άρρωστου Ελληνισμού είναι ζήτημα χρόνου. Ήδη η μαφία που λυμαίνεται την εξουσία ετοιμάζεται για την χαριστική βολή. Με δήμιο κάποια ΜΚΟ ή κάποιο "παρατηρητήριο" ή κάποιο "ίδρυμα εξωτερικής πολιτικής". Ναι, είναι όντως πολλοί οι υποφήφιοι δήμιοι. Για να είναι και τα χέρια  της εντολοδότιδας εξουσίας "καθαρά".

Μα ο κατήφορος Simone, δεν σταματά εδώ. Ζούμε σε μέρες όπου οι πάλαι ποτέ επαναστάτες του πνεύματος και της γνώσης, οι πραγματικοί δάσκαλοι, των οποίων η διδασκαλία αποτέλεσε την πυρίτιδα για μια εσωτερική πνευματική έκρηξη σε πολλές γενεές, ξεσπαθώνουν μέσα από επιφυλλίδες, που δυστυχώς σήμερα, αναπαράγουν τον εαυτό τους, χωρίς ποτέ να ξιφουλκούν απειλητικά προς τον εχθρό, χωρίς ποτέ να προστατεύουν ή να αναδεικνύουν το θετικό που προφανέστατα μια μερίδα του ελληνικού λαού αντιλαμβάνεται. Ενίοτε (οι διδάσκαλοι) φιλοξενούνται στο παράθυρο κάποιου καναλιού -συνήθως κρατικού ή περιφερειακού- για να εξηγήσουν σε κάποιον ανυπόφορα ανεπαρκή δημοσιογράφο, το τί μέλλει γενέσθαι. Φανερά μπερδεμένοι, καμώνονται πως αντιστέκονται με το να μηρυκάζουν παρωχημένες ιδέες, με το να προτείνουν ανεφάρμοστες λύσεις και με το να αρνούνται πεισματικά να πάρουν ξεκάθαρη πολιτική θέση.  Όμως, αυτό το τελευταίο Simone, θα σήμαινε ανεπανόρθωτη ρήξη με το δημοσιογραφικό κατεστημένο της νέας τάξης, ίσως απομόνωση, ίσως και χλεύη. Αντιθέτως, προσπαθούν να πείσουν για μια κάποια δυναμική της αποχής από τις εκλογές, μη δυνάμενοι να αντιληφθούν και να καταγγείλουν πως είναι σατανική η νομοθεσία  που ορίζει ότι η ψήφος δεν είναι υποχρεωτική. Σε αυτές τις τραγικές μέρες που ζούμε Simone, ακόμα και οι τρανοί δάσκαλοι θα πρέπει κάποτε να διαλέξουν ξεκάθαρα μια πολιτική πρόταση, να την πιστέψουν, να την στηλιτεύσουν, να την βελτιώσουν. Να πορευθούν μαζί της μέχρι την αντίπερα όχθη. Θα το τολμίσουν άραγε, ή θα βουλιάξουν στον βάλτο μαζί με τους Νάρκισσους και τα δημοσιογραφικά βατράχια;

Όμως Simone, μέσα σε αυτή την απελπισία, με γιατρεύουν τα βουνά της Ελλάδας, το νόημα των παραδόσεων μας, τα λεβέντικα τραγούδια μας, τα μοιρολόγια μας. Με γιατρεύει που όταν επισκέπτομαι την Ελλάδα πατάω στο μέρος που πατούσε η γιαγιά μου. Αγγίζω τις οξιές στο δάσος και αισθάνομαι να μου μιλούν για την λεβεντιά των προγόνων μου. Για την καθαρότητα της καρδίας τους. Για την Πίστη τους. Αυτό είναι για μένα, για την οικογένειά μου, η Ελλάδα. Γι αυτήν την Ελλάδα θα πολεμούσα ξανά Simone.

Χαιρετισμούς,
ΚΖ.