Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

A b s u r d u m...



Αξίζει να το δείς...

Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Τελικά ποιός είναι o μαλάκας;



Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου

Χρήστος Γιανναράς,

Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου

Ομιλία την 19η Μαΐου 2006, την ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, στην πλατεία της Αγίας Σοφίας, στη Θεσσαλονίκη


Συναχθήκαμε εδώ σήμερα να διαδηλώσουμε πιστότητα στη μνήμη της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

Επιτρέψτε μου να υπογραμμίσω: Ημέρα μνήμης δεν σημαίνει ημέρα συναισθηματικής απλώς εκτόνωσης. Θρηνούμε τη δολοφονία 353.000 Ελλήνων από τις στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις του τουρκικού κράτους, στα πλαίσια κεντρικής πολιτικής απόφασης και μεθοδικά σχεδιασμένης στρατηγικής. Η οδύνη είναι ανεξάλειπτη και αφόρητη, αλλά μόνη η οδύνη μένει πάντοτε άγονη.

Έχει νόημα να διασώζουμε τη μνήμη της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, αν η εγρήγορσή μας είναι ιστορικά γόνιμη. Αν δηλαδή έχει έμπρακτες συνέπειες που εγγυώνται για το μέλλον τον αυτοσεβασμό μας και τη συλλογική μας αξιοπρέπεια. Τουλάχιστον, να μην συνεργήσουμε να απαλειφθούν από την πανανθρώπινη συνείδηση τα όρια ανάμεσα στον πολιτισμό και στη βαρβαρότητα, στην ανθρωπιά και στην κτηνωδία.

Στον Πόντο άνθισε, για εικοσιοχτώ ολόκληρους αιώνες, ένας πολιτισμός- όχι η φυλή απλώς ή το γένος των Ελλήνων. Ο ίδιος εκείνος πολιτισμός που κόμισε στην ανθρωπότητα την έκπληξη, για πρώτη φορά, της κριτικής σκέψης, δηλαδή τη βάση της επιστήμης και της έρευνας. Κόμισε, για πρώτη φορά, την εκδοχή της συλλογικότητας ως κοινού αθλήματος προκειμένου να «αληθεύει» ο βίος, του αθλήματος της πολιτικής. Δίχως αυτόν τον πολιτισμό η ζωή των ανθρώπων σήμερα, σε καθολική κλίμακα, θα ήταν άλλη. Η Γενοκτονία του ποντιακού Ελληνισμού στοιχειοθετεί, πρωταρχικά, έγκλημα απέναντι σε έναν πολιτισμό με πανανθρώπινη εμβέλεια.

Δεν πρόκειται για μεγαλόστομη ρητορεία. Ο ξεριζωμός του Ελληνισμού από τον Πόντο, κοιτίδα πανάρχαιη του ανθρώπινου πολιτισμού, θα είχε σήμερα το ανάλογό του, αν εξαλείφονταν οι Γάλλοι από το Παρίσι, οι Βρετανοί από την Οξφόρδη, οι Γερμανοί από τη Χαϊδελβέργη- Τι θα σήμαινε ένα τέτοιο γεγονός για τη σύνολη ανθρωπότητα, έστω και χωρίς την κτηνωδία των απαγχονισμών, των βιασμών, των ανασκολοπισμών, των πυρπολήσεων; Πόντος χωρίς Ελληνισμό σημαίνει εξάλειψη και διακοπή της συνέχειας μιας πληθυσμιακής παρουσίας ταυτισμένης με πρόταση πολιτισμού που ενδιαφέρει πανανθρώπινα.

Τιμούμε τη μνήμη του μαρτυρικού ποντιακού Ελληνισμού στο ποσοστό που διασώζουμε την επίγνωση της πρότασης πολιτισμού που ενσάρκωνε. Οι Έλληνες του Πόντου ήταν ζωντανό κατάλοιπο της οικουμενικής δυναμικής του Ελληνισμού προτού αυτή να υποταχθεί στον εθνικιστικό επαρχιωτισμό και αλλοτριωθεί σε βαλκανικό περιθώριο της Ευρώπης. Τότε, πριν από τους δυο παγκοσμίους πολέμους, ο Έλληνας, όπως έγραψε ο Ελύτης «ανάσαινε ακόμα τον αέρα μίας περίπου αυτοκρατορίας. Οι δυνατότητές του να κινηθεί χωρίς διαβατήριο γλώσσας καλύπτανε μεγάλα μέρη της Ιταλίας και της Αυστρίας, ολόκληρη την Αίγυπτο, τη νότια Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Ρωσία του Καυκάσου και, φυσικά, την Κωνσταντινούπολη με την ενδοχώρα της, ως κάτω, κατά μήκος του Αιγαίου, τη λεγόμενη στις μέρες μας νοτιοδυτική Τουρκία».

Και προσθέτει ο Ελύτης «Είναι, το ξέρω, δύσκολο να αξιολογείς το σημερινό μολύβι σαν χθεσινό χρυσάφι». Όμως, πρέπει να προσθέσουμε, αλλοίμονο αν πάψει το χρυσάφι να μετράει την ποιότητα της ζωής ακόμη και σε χρόνια μολυβένιου λήθαργου.

Ίσως σήμερα ένα παιδί που τελειώνει το ελληνικό σχολείο να αγνοεί ακόμα και το που βρίσκεται γεωγραφικά ο Πόντος, που η Τραπεζούντα, που η Σινώπη, η Κερασούντα, η Αμισός, η Αμάσεια, η Αργυρούπολη, η Οινόη, η Παναγία Σουμελά.

Να αγνοεί ότι εκεί ανθούσε επί αιώνες ένας γεμάτος σφρίγος Ελληνισμός και ότι έφτασε κάποια στιγμή που αποτέλεσε αυτόνομο ελληνικό κράτος.

Τουλάχιστον όμως να μην αγνοεί το σημερινό ελληνόπουλο ότι έξω από τα όρια του επαρχιώτικου ελλαδικού κρατισμού, ο ελληνισμός του Πόντου είχε κατορθώσει επιτεύγματα που σήμερα μόνο θαυμάζουμε οι κατά υπηκοότητα Έλληνες, όντας ανίκανοι να τα πραγματώσουμε. Ανυπέρβλητο επίτευγμα η από θέσεως ισχύος, και για αυτό δημιουργική, συνάντηση του ποντιακού (και γενικότερα του μικρασιατικού) ελληνισμού με τα επιτεύγματα της ευρωπαϊκής Νεωτερικότητας. Λειτούργησε στις χαμένες αυτές κοιτίδες του Ελληνισμού η πανάρχαιη αφοβία των Ελλήνων να προσλαμβάνουν ο,τιδήποτε και οπουδήποτε χωρίς να υποτάσσονται στο πρόσλημμα. Αφομοίωναν στις δικές τους ανάγκες και στους δικούς τους στόχους θησαυρίσματα αλλότριων πολιτισμών- δεν αλλοτριώθηκε όμως τότε η ελληνική αυτοσυνειδησία και ετερότητα από τέτοιες προσλήψεις. Η αλλοτρίωση κυριάρχησε μόνο στο ελλαδικό κρατίδιο, όπου η ελληνικότητα βιώθηκε (και βιώνεται) σαν εξουθενωτική μειονεξία, αφού μία ξιπασμένη διανόηση πότισε (και ποτίζει) αυτό το λαό, ως το μεδούλι, με τη βεβαιότητα ότι είναι δεύτερος, καθυστερημένος, υπανάπτυκτος σε σύγκριση με τα «πεφωτισμένα και λελαμπρισμένα της εσπερίας έθνη».




Στον ποντιακό και μικρασιατικό Ελληνισμό- τουλάχιστον σε περιοχές από τις οποίες σώζονται τεκμηριωμένες μαρτυρίες- ήταν αδιανόητα στα ελληνικά δημοτικά σχολεία να μην υπάρχουν ειδικοί δάσκαλοι για τη μουσική και τα γαλλικά. Υπήρχαν ακόμη και γαλλόφωνες ελληνικές εφημερίδες, το δε θέατρο της Τραπεζούντας, όπως και αυτό της Σμύρνης, συναγωνιζόταν σε ποιότητα και επίπεδο τα θέατρα των πρωτευουσών της Ευρώπης. Κι όμως αυτός ο δημιουργικός εξευρωπαϊσμός δεν έφυγε στο παραμικρό την ελληνική πολιτιστική ιδιαιτερότητα, την καύχηση για την ευγένεια και την αρχοντιά της ελληνικής καταγωγής. Σε εξόφθαλμη αντίθεση με τον ελλαδικό Ελληνισμό, όπου, κάθε βήμα εξευρωπαϊσμού σήμαινε κατά κανόνα μίμηση και πιθηκισμό της Εσπερίας, ταπεινωτική αλλοτρίωση και ανίατη μιζέρια μειονεξίας.

Θρηνούμε για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αλλά δεν υιοθετούμε το ρόλο του θύματος- θα ήταν η εύκολη λύση φυγής από τις ιστορικές προκλήσεις. Κάθε ετήσια σύναξη στη μνήμη του ποντιακού ολοκαυτώματος οφείλει να διαδηλώνει ανυποχώρητη εμμονή στην αυτοσυνείδητη ελληνικότητα που σάρκωσε ο ποντιακός Ελληνισμός. Ελληνικότητα όχι συναισθηματική, ιδεολογική και ρητορική. Όχι φτήνια δημαγωγίας και εθνικιστικής καπηλείας. Εμμονή στην ταυτότητα πολιτισμού των Ελλήνων. Δηλαδή, στη διαχρονική ενότητα της ελληνικής γλώσσας. Στην πρωτογενή ελληνική ταυτότητα της πολιτικής ως κοινού αθλήματος σχέσεων κοινωνίας. Στην ελληνική εμμονή σε μεταφυσικό άξονα νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης, στη βεβαιότητα ότι το κατόρθωμα της δημοκρατίας είναι ανέφικτο χωρίς έμπρακτο σέβας του «ιερού»- δεν γίνεται δημοκρατία χωρίς Παρθενώνα και Αγία Σοφία.

Ο ποντιακός Ελληνισμός μας κατέλειπε μέτρα αρχοντιάς, αριστοκρατίας του ήθους- τα ψηλαφούμε τα μέτρα ακόμη και σε μόνη την αυτοκυριαρχημένη ευγένεια των ποντιακών χορών. Τελώντας ετήσια σύναξη στη μνήμη της Γενοκτονίας, αυτή την αρχοντιά θέλουμε να σώζουμε ως εύτολμο πολιτικό αίτημα. Αρκετά πια γευθήκαμε την πίκρα και την ταπείνωση μιας ελλαδικής εξωτερικής πολιτικής που προκλητικά παραθεωρεί την αξιοπρέπεια του ελληνικού ονόματος και τις βιωματικές ιστορικές μας μνήμες. Βδελυσσόμαστε τους εθνικιστικούς φανατισμούς, τη μισαλλοδοξία, είμαστε έτοιμοι (και μάλιστα με αφελέστατες συχνά υπερβολές) να συγχωρέσουμε τους αυτουργούς της γενοκτονίας, να συνυπάρξουμε με τον γείτονα λαό ειρηνικά. Αλλά είναι ανυπόφορη οδύνη αυτή η ευγένεια του λαϊκού αισθήματος να μεταφράζεται από τις πολιτικές ηγεσίες σε εξωτερική πολιτική αναξιοπρέπειας και ραγιαδισμού.

Δήλωσε μόλις προ ημερών ο πρωθυπουργός της γείτονος χώρας ότι η ανέγερση στην Ελλάδα μνημείου για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου προσκρούει στην ευαισθησία του τουρκικού λαού. Και, για άλλη μία φορά, δεν ακούσαμε από ελληνικά χείλη ούτε μία λέξη νηφάλιας και ευγενικής, αλλά με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό, απάντησης. Σε μέρα όπως η σημερινή μνήμης και οδύνης για το φρικιαστικό ολοκαύτωμα, την εξόντωση 353.000 Ελλήνων του Πόντου και τον Ξεριζωμό από την πατρώα γη άλλων 500.000 καταδικασμένων στην εξαθλίωση της προσφυγιάς, το νόημα αυτής εδώ της σύναξης δεν μπορεί να είναι παρά μόνο μία ρεαλιστική πολιτική δέσμευση. Ότι θα αποδοκιμάζουμε πάντοτε με την ψήφο μας κάθε πολιτική ηγεσία, οποιασδήποτε επίπλαστης ή πραγματικής ιδεολογικής απόχρωσης, που επιδεικτικά παραγνωρίζει την ευαισθησία του λαού μας για τη Γενοκτονία του ποντιακού και του μικρασιατικού Ελληνισμού.

Δεν είναι νοητό να ανεχόμαστε μία εξωτερική πολιτική που ή χορεύει ζεϊμπέκικο ή κουμπαριάζει με την αμετανόητη και θρασύτατη στις απαιτήσεις της ηγεσία ενός λαού που μόνο καυχάται για τα φρικώδη εγκλήματα των πατέρων του. Σχέσεις καλής γειτονίας, ναι, φιλία και συνεργασία όπου είναι εφικτή, επίσης. Αλλά, επιτέλους, στη σοβαρή αυστηρότητα και στα αγέλαστα πρόσωπα των ηγετών της γείτονος ας πάψουν οι Έλληνες πολιτικοί να αντιπροσφέρουν πληθωρικές εγκαρδιότητες, χασκογελάκια και φιλοφροσύνες της ανάγκης του ραγιά να είναι αρεστός στον αφέντη. Πιθανόν να είναι η Υπερδύναμη που επιτάσσει την άνευ όρων και χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα υπερψήφιση της εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενός ασιατικού λαού εφιαλτικής υπανάπτυξης. Αλλά είναι και αποδεδειγμένο στη διεθνή πρακτική ότι ένα κράτος που μόνο υποτάσσεται στις επιταγές των ισχυρών χωρίς σθένος και ραχοκοκαλιά ιστορικής και πολιτιστικής αυτοσυνειδησίας απωθείται στο περιθώριο των διεθνών σχέσεων, περιφρονημένο από όλους και ανυπόληπτο.

Από τη μία μεριά καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και της θαλάσσιας ελληνικής επικράτειας, ωμές προκλήσεις στη Θράκη και στις βραχονησίδες του Αιγαίου, αλυσιδωτή συνέχεια των εγκλημάτων εθνοκάθαρσης από τον Πόντο στη Μικρασία, και μετά στην Ίμβρο, στην Τένεδο, στην Κωνσταντινούπολη, στη Βόρεια Κύπρο. Και από την άλλη μεριά η ελληνική κοινωνία να ζει, χρόνια τώρα, την απροκάλυπτη ιδεολογική τρομοκρατία που της ασκεί μια συντεχνιακή διανόηση δήθεν «Αριστεράς και δήθεν «προόδου», στο όνομα ενός εκσυγχρονιστικού τάχα διεθνισμού.

Κατάλοιπο αντανακλαστικών του κάποτε μαρξιστικού διεθνισμού, ο εκσυγχρονισμός σήμερα διεθνισμός χλευάζει σαν σκοταδισμό και αναχρονισμό κάθε αίσθηση πατρίδας, κάθε αναφορά σε παράδοση και πολιτισμό των Ελλήνων. Ερμηνεύει την τουρκική επιθετικότητα σαν περίπου αυτονόητη αντίδραση στον ελληνικό, όπως λένε, εθνικισμό, στην ψυχοπαθολογική φοβία των Ελλήνων και στο φάντασμα της καχυποψίας μας- τον «εξ Ανατολών κίνδυνο», φάντασμα που το γεννάει, λένε, ο πολεμοκάπηλος εθνοκεντρισμός μας.

Μέσα σε αυτό το κλίμα τρομοκρατίας όσοι τολμούν να ψελλίσουν οδύνη για τον μεθοδικό πνιγμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη, τη συνεχιζόμενη δηλαδή εθνοκάθαρση, ή για τον συστηματικό αφανισμό των μνημείων ελληνικής συνέχειας στην κατεχόμενη Κύπρο, όσοι προβάλλουν αντίρρηση για την ανεξέλεγκτη δράση και τις ωμές προκλήσεις του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή ή για την ψηφοθηρική εκμετάλλευση της εκεί μουσουλμανικής μειονότητας από κομματάρχες και πολιτευτές, διασύρονται στα πρωτοσέλιδα των «προοδευτικών» εφημερίδων σαν «ελληναράδες», εθνοκάπηλοι, ρατσιστές.

Τελώντας αυτή την ετήσια σύναξη στη μνήμη της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου δίνουμε νόημα στην εθιμική τελετή μόνον αν θελήσουμε να λειτουργήσει ως εύτολμο πολιτικό αίτημα. Ως απαίτηση να σεβαστεί η επαγγελματική πολιτική τις ευαισθησίες της ελληνικής κοινωνίας. Να πάψουμε να ντρεπόμαστε οι Έλληνες για την άχρωμη, άοσμη και άγευστη από Ιστορία και πολιτισμό εξωτερική μας πολιτική. Όχι μόνο οι ενέργειες, αλλά και ο λόγος ο πολιτικός να απηχεί τον αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπεια των Ελλήνων. Να εργασθεί με σοβαρότητα το Ελληνικό Κοινοβούλιο ώστε να πληθύνει ο αριθμός των χωρών που θα αναγνωρίσουν με επίσημες πράξεις τη γενοκτονία του ποντιακού Ελληνισμού. Να είναι η Γενοκτονία, ο αφανισμός της εξωελλαδικής οικουμενικής ελληνικότητας, άξονας σύνεσης αλλά και τόλμης της εξωτερικής πολιτικής.

Δύσκολο να αξιολογείς το σημερινό μολύβι σαν χθεσινό χρυσάφι. Στη σημερινή μέρα, κατά συμβολική σύμπτωση, ο ρυθμός της Ελλάδας, καθορισμένος στανικά από τα κρατικά τηλεοπτικά κανάλια συντονίζεται μόνο με την καφρική ευτέλεια του αυριανού διαγωνισμού της Eurovision. Και εμείς εδώ επιμένουμε να τελούμε μνημόσυνο της χαμένης αρχοντιάς και ευγένειας των Ελλήνων του Πόντου.


Μοναδική μας ελπίδα ο λόγος του Μακρυγιάννη:

«Ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούν. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά».

Γι' αυτή τη μαγιά η αποψινή τελετή μας.


Περισσότερα:

Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Ο... Ψευτοθόδωρος




Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Δ. Δρούτσας, εμφανίστηκε στην πολιτική ως καθηγητής πανεπιστημίου της Αυστρίας, όπως έγραφε το βιογραφικό του στο ΠΑΣΟΚ. Αργότερα στο βιογραφικό του στο ΥΠΕΞ εμφανίστηκε ως «βοηθός καθηγητής».

Το πανεπιστήμιο του, όμως, τον εμφανίζει ως απόφοιτο, χωρίς καμία ιδιότητα καθηγητή. Εχει υπάρξει senior assistant στο ερευνητικό κέντρο του Πανεπιστημίου της Βιέννης, αλλά αυτό δεν συνιστά καθηγητική βαθμίδα. Δεν θα μπορούσε άλλωστε, καθώς δεν διαθέτει διδακτορικό. Και εδώ γεννάται άλλο ερώτημα, καθώς ο ίδιος δήλωνε (στα βιογραφικά του και σε συνεντεύξεις) ότι έχει διδακτορική διατριβή με θέμα την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. Στην ερώτηση της «Κ.Ε.» ο Δ. Δρούτσας απάντησε ότι το θέμα του καθηγητικού τίτλου οφείλεται σε «λάθος στη μετάφραση» και ότι το διδακτορικό για την Κύπρο το έχει γράψει, αλλά δεν το έχει καταθέσει στο πανεπιστήμιο. Εμείς θα προσθέταμε, ότι όσοι βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης οφείλουν να είναι πιο... ακριβείς.

Από την "Ελευθεροτυπία"

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Γειά σου Δασκάλα!

Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Χριστός ανέστη!

Του Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχiου και πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου

«Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται ματαία
η πίστις υμών» (Α΄ Κορ. 15:17)

Ενα συγκλονιστικό μήνυμα δεσπόζει στη σημερινή εορτή. Λιτό και περιεκτικό: Χριστός ανέστη! Και αντηχεί επί σαράντα ημέρες σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Πρόκειται για μια βεβαιότητα στην οποία στηρίζεται η Εκκλησία. Ο Χριστός ανέστη και μαζί Του ανέστη η ανθρώπινη φύση, την οποία προσέλαβε.

Οπωσδήποτε, αυτό το συνταρακτικό Γεγονός δεν είναι αποδεκτό από πολλούς. Εδώ στην Αλβανία, στη σκοτεινή περίοδο της αθεϊστικής δικτατορίας, η πίστη και η αναφορά στην ανάσταση του Χριστού εθεωρείτο έγκλημα. Παρά ταύτα, πολλοί άνθρωποι στα μύχια της καρδιάς τους ομολογούσαν: Χριστός ανέστη! Ακόμη, υπάρχουν ιδεολογίες και θρησκείες που αρνούνται την Ανάσταση του Θεανθρώπου. Παρά ταύτα: Χριστός ανέστη!

Οι ίδιοι οι Μαθητές του Χριστού ήσαν επιφυλακτικοί στην πρώτη είδηση της Αναστάσεως. Αλλά κατόπιν έδωσαν όλες τους τις δυνάμεις για να κηρύξουν το χαρμόσυνο μήνυμα που άλλαξε την ιστορία της ανθρωπότητος. Ο απόστολος Παύλος, ο οποίος μαζί με τους άλλους αποστόλους επέμενε στο γεγονός της Αναστάσεως, στην επιστολή του προς Κορινθίους διετύπωσε με απόλυτο τρόπο μια κρίσιμη υπόθεση. «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών» (Α΄ Κορ. 15:14). Και κατόπιν επανέλαβε: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται ματαία η πίστις υμών έτι εστέ εν ταις αμαρτίαις υμών» (15:17). Χωρίς την Ανάσταση, η χριστιανική πίστη είναι «κενή», άδεια άνευ ουσιαστικού περιεχομένου και «ματαία», ανωφελής.

Ακούγεται σκληρός αυτός ο λόγος. Αλλ’ αποτελεί την ουσία του Ευαγγελίου. Αν αφαιρεθεί η Ανάσταση, όλο το χριστιανικό οικοδόμημα καταρρέει. Δεν σώζουν ούτε οι έξοχες ιδέες ούτε τα υπέροχα διδάγματα ούτε τα θαυμαστά παραδείγματα. Το κρίσιμο στοιχείο, το μοναδικό και ζωτικό του Χριστιανισμού είναι η Ανάσταση. Πολλοί θα προτιμούσαν ένα χριστιανικό κήρυγμα που θα περιορίζεται σε ηθικοπλαστικά διδάγματα και γενικότητες περί αλληλεγγύης, ισότητος, ειρήνης χωρίς το κήρυγμα περί της Αναστάσεως. Αλλά ένας τέτοιος, «Χριστιανισμός» είναι άγευστος, ατελής, χωρίς πνοή ζωής. Τελικά, δεν είναι Χριστιανισμός.

Ο συλλογισμός του αποστόλου ολοκληρώνεται στον επόμενο στίχο, «ει εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν Χριστώ μόνον, ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν» (15:19). Αν η χριστιανική ελπίδα μας περιορίζεται μόνο σ’ αυτή τη ζωή, τότε είμαστε οι πιο αξιοθρήνητοι από όλους τους ανθρώπους. Η αλήθεια όμως είναι ότι ο Χριστός έχει αναστηθεί κάνοντας την αρχή για την ανάσταση των κεκοιμημένων. «Νυνί δε Χριστός εγήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο» (στ. 20-21). Και ο Παύλος αναπτύσσει το επιχείρημά του τονίζοντας ότι όλοι καταγόμεθα από τον Αδάμ, αλλά προσέτι ότι όσοι έχουν ενσωματωθεί εν τω Χριστώ τω νέω Αδάμ, θα μετάσχουν σε μια νέα ζωή. «Επειδή γαρ δι’ ανθρώπου ο θάνατος, και δι’ ανθρώπου ανάστασις νεκρών. Ωσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτω και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται» (21-22). Ο Χριστός όχι μόνο αναστήθηκε ο ίδιος, αλλά συνήγειρε και ανέστησε την ανθρώπινη φύση, την οποία προσέλαβε.

Αυτή τη σωτήρια βεβαιότητα αναγγέλλει επίμονα η Ορθόδοξη Εκκλησία ψάλλοντας επανειλημμένως το Χριστός ανέστη! Και συνάμα τονίζει: Η Ανάσταση του Χριστού διακηρύσσει ότι η αλήθεια είναι δυνατότερη από το ψέμα, το αγαθό ισχυρότερο από το κακό, η αγάπη δυνατότερη από το μίσος, η ζωή κραταιότερη από τον θάνατο. Το Ευαγγέλιο δεν περιορίζεται μόνο σε ηθικές κατευθύνσεις. Διαβεβαιώνει και τη δική μας οντολογική ανάσταση. Γι’ αυτό παραμένει αναλλοίωτο χαρμόσυνο μήνυμα ανά τους αιώνες.

Προφανώς, δεν είμαστε αφελείς. Γνωρίζουμε ότι πολλοί συνάνθρωποί μας δεν δέχονται «την εν ημίν ελπίδα». Ισως, μάλιστα, με πείσμα την αποκρούουν ή απλώς την παραθεωρούν. Παρά ταύτα: Χριστός ανέστη! Ούτε υπάρχει λόγος να κρύψουμε ότι και στις καρδιές πολλών χριστιανών κάποτε εισδύει ο δισταγμός. Παρά τις διάφορες όμως επιφυλάξεις και αντιρρήσεις, Χριστός ανέστη!

Αυτή την αναστάσιμη βεβαιότητα η Εκκλησία μάς καλεί να τη ζήσουμε πιο συνειδητά στη σημερινή λαμπρή εορτή. Οσο και αν ο νους μας κάποτε υποκύπτει στην ολιγοπιστία, Χριστός ανέστη! Το ζητούμενο είναι να στηριχθεί αυτή η πίστη μέσα μας, να γίνει πιο σαφής και ατράνταχτη. Και ακόμη, να διακηρυχθεί θαρρετά στο περιβάλλον, το κοντινό όσο και το μακρινό: Χριστός ανέστη!

Οι αιώνες που πέρασαν μαρτυρούν ότι κάθε άλλο παρά «κενή» και «ματαία» υπήρξε η πίστη των χριστιανών. Ανοιξε νέους ορίζοντες για την αποδοχή του Αρρήτου. Προσέφερε σε εκατομμύρια ανθρώπους ακατάβλητη δύναμη αντοχής, δημιουργίας και εκπληκτικών αθλημάτων και τους ανέδειξε πρωταγωνιστές προόδου και πολιτισμού.

Ας χαρούμε, αδελφοί μου, το φετινό Πάσχα ζητώντας από τον αναστάντα Κύριο να δυναμώσει την πίστη μας στην Ανάστασή Του και να στερεώσει το αναστάσιμο φρόνημά μας. Στην περιρρέουσα ζοφερή ατμόσφαιρα, που δυσκολεύει συχνά την αναπνοή και την όρασή μας, το αναστάσιμο φως ας καταυγάσει τη σκέψη μας, ας φωτίσει τον νου και τη συνείδησή μας, ας στηρίξει την καρδιά μας. Ασφαλώς, η καθημερινή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε, οι αδικίες, οι στερήσεις, δεν έπαυσαν να υπάρχουν. Παρά ταύτα: Χριστός ανέστη! Ασφαλώς ο πόνος από τα αναπάντεχα –ανέχεια, ασθένειες, θανάτους και άλλα δεινά– είναι συχνά αφόρητος. Παρά ταύτα: Χριστός ανέστη!

Ναι, πιστεύουμε στην Ανάσταση. Αυτό διατρανώνει και η ολόλαμπρη αυτή σύναξή μας. Και η πίστη μας δεν είναι ούτε «κενή» ούτε «ματαία». Είναι αστείρευτη πηγή δυναμικής και καρποφόρου ζωής. Χριστός ανέστη!


Από την Καθημερινή της Κυριακής.

Σάββατο 3 Απριλίου 2010

Καλή Ανάσταση αδελφοί!


Αν υπάρχει ένα «σκάνδαλο» με τον Χριστιανισμό, είναι ότι συνιστά πρόταση για λίγους. Τόσο (ή και περισσότερο) δυσπρόσιτη πρόταση όσο και η Τέχνη ή ο έρωτας.

Χρήστος Γιανναράς.

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Τους πείραξαν οι ΟΥΚάδες ...

68.- Ὀλιγόστευαν οἱ σκύλοι,
καὶ «Ἀλλά(χ)», ἐφώναζαν, «Ἀλλά(χ)»,
καὶ τῶν Χριστιανῶν τὰ χείλη
«φωτιά», ἐφώναζαν, «φωτιά».

69.- Λιονταρόψυχα ἐκτυπιοῦντο,
πάντα ἐφώναζαν «φωτιά»,
καὶ οἱ μιαροὶ κατασκορπιοῦντο,
πάντα σκούζοντας «Ἀλλά(χ)».

112.- Ἔτσι ν' ἄκουα νὰ βουΐξει
τὸ βαθὺν Ὠκεανό,
καὶ στὸ κύμα του νὰ πνίξει
κάθε σπέρμα ἀγαρηνό!

Είναι τρεις στροφές από τον Εθνικό μας Ύμνο.

Την ώρα που 8 Τουρκικά πλοία σουλατσάρουν ανενόχλητα στο Αιγαίο, την ώρα που Τουρκική φρεγάτα φτάνει μέχρι την Τζιά! , την ώρα που Αλβανοί βουλευτές καίνε την Ελληνική σημαία, τους πείραξαν τα συνθήματα που φώναζαν οι ΟΥΚάδες στην παρέλαση. Σαφώς και τέτοιου είδους συνθήματα δεν πρέπει να ακούγονται σε παρελάσεις αλλά τόσο μεγάλο κακό πια ; Ε, να αφαιρέσουμε και αυτούς τους στίχους από τον Εθνικό Ύμνο τότε, να καταδικάσουμε και τον Σολωμό για ρατσισμό και εθνικισμό ...

Άντε ... και λάσκα ρε!